Αμόρφωτος
Πέμπτη 20 Ιουνίου 2024
Ηλικιωμένοι και ψυχωσική αντιμετώπιση της σκλαβιάς.
Σάββατο 15 Ιουνίου 2024
Μια αντίφαση χωρίς λύση.
Ανέκαθεν με γοήτευε η αντίφαση. Ένα γυμνό βουνό περιτριγυρισμένο από μια κοιλάδα ντυμένη στα πράσινα. Ένα μοναχικό σπίτι στο δάσος, που μέσα στεγάζεται μια πολύ δεμένη και αγαπημένη οικογένεια. Ένας μουντός, γκρίζος, σκοτεινός καιρός, που από μέσα του ξεπροβάλλει το φωτεινό, πύρινο, χρυσαφένιο ηλιοβασίλεμα.
Υπάρχει, όμως, μέσα μου, μια αντίφαση που μου καίει τα σωθικά. Μια αντίφαση που, μου τρώει τα όργανα, μέρα με την μέρα. Σαν τον αετό που καταβρόχθιζε το συκώτι του Προμηθέα. Αγαπώ τον άνθρωπο. Μα ταυτόχρονα τον μισώ. Και είμαι καταδικασμένος να αμφιταλαντεύομαι.
Από την μια, ο άνθρωπος είναι τόσο καλός. Και γεμίζεις κι εσύ μα και οι άλλοι από την χαρά σου. Η γειτόνισσα μας, μας φέρνει φρούτα και λαχανικά από τον κήπο της. Εμείς την βοηθάμε με κάποιες δουλειές, επειδή είναι μεγάλη σε ηλικία και το σώμα της δεν μπορεί να αντέξει όσα προστάζει η επιθυμία της.
Το ίδιο και με τον σπιτονοικοκύρη μας. Ο άνθρωπος είναι θησαυρός. Πάντα χαμογελαστός, με όρεξη και αγάπη για ό,τι κάνει. Μερικές φορές που έχει χαλάσει κάτι στο σπίτι, αμέσως είναι εκεί για να μας βοηθήσει. Κι εγώ, μην νομίζετε! Περισσότερες φορές έχει φωνάξει εμένα για βοήθεια παρά τον γιό του, που μένει δίπλα μας. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Και η τελική απάντηση; Καμία. Γιατί;
Διότι, απ’ την άλλη, παρακολουθούμε την κατάσταση στην χώρα μας, στον κόσμο μας. Παρακολουθούμε ένα ολόκληρο έθνος να ξεκληρίζει ένα άλλο. Παρακολουθούμε σφαγές, δολοφονίες, γυναικοκτονίες, βιασμούς και παρενοχλήσεις σε καθημερινή βάση. Άνθρωποι πεθαίνουν απ' την πείνα, γιατί κάποιοι δεν μπορούν να κάνουν καλά τα στομάχια τους. Ενώ το φαγητό είναι υπέρ αρκετό για όλους.
Πετάμε το ⅓ του φαγητού, όταν στην πόρτα μας πεθαίνει κάποιος από την πείνα. Σπαταλάμε καθαρό, γλυκό νερό για να πλύνουμε το αμάξι μας, όταν άνθρωποι περπατούν τόσα χιλιόμετρα την ημέρα για να πιούν μια σταγόνα. Η φρίκη, το έρεβος, η πείνα, ο πόνος. Λέξεις βαριές αλλά δεν φαίνεται κανείς να ενδιαφέρεται.
Πενήντα επτά συμπολίτες μας πέθαναν, λόγω της ιδιωτικοποίησης. Και η κυβέρνηση όχι μόνο δεν έλαβε την ευθύνη της, έστω να παραιτηθεί, αλλά ξανά έλαβε την εξουσία. Αυτό που με πονάει περισσότερο, είναι ότι δεν έγινε τίποτα για να καλυτερέψει η κατάσταση. Κι ούτε πρόκειται να γίνει, όσο δεν κάνουμε τίποτα. Κι αν για κάποιον λόγο μισώ τους ανθρώπους, είναι για την τεράστια ανέχεια τους.
Λοιπόν, η αλήθεια, όσο και να μην θέλω να την δεχθώ, είναι μια. Δεν θα λάβω ποτέ μια σαφή απάντηση για την αντίφαση μου αυτή. Όλες τις άλλες κατάφερα πολύ εύκολα να τις λύσω: Δεν είμαι με το χρήμα αλλά με τον άνθρωπο. Δεν είμαι με τον ηλίθιο, αλλά θα ήμουν πραγματικά ηλίθιος αν πίστευα ότι ήμουν έξυπνος. Δεν πιστεύω σε θεούς και δαίμονες. Οι άνθρωποι είναι οι θεοί μου και οι δαίμονες.
Είμαι λογικός άνθρωπος, και χρειάζομαι απτές αποδείξεις. Αγαπώ την επιστήμη και δεν την αλλάζω, όσο ευκολότερο κι αν είναι να δίνω ψυχωτικές εξηγήσεις για την καθημερινότητα μου, όπως ζώδια, ανάδρομοι, Χριστοί κ.λπ. Δεν φοβάμαι τα φαντάσματα, φοβάμαι τους ανθρώπους. Δεν με τρομάζει η αρκούδα αλλά ο άνδρας. Δεν είμαι ακροδεξιός γιατί χρησιμοποιώ το μυαλό μου και δεν γίνομαι έρμαιο κανενός ανήθικου αποβράσματος. Διαβάζω και δεν κάνω πως τα ξέρω όλα. Κι αν κάτι ξέρω, είναι πως δεν θα καταφέρω ποτέ να σου απαντήσω, άνθρωπε, σε αυτήν σου την ερώτηση: «Μ’ αγαπάς ή όχι;». Δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω, είναι ότι για εσένα παλεύω.
«Κι ας είναι η φωτιά σου να με κάψει»!
Παρασκευή 14 Ιουνίου 2024
Αστυνομία φορά κι ένα καιρό.
Μιά φορά κι έναν καιρό, το αφήγημα του «καλού αστυνόμου» και του «κακού μαφιόζου ή κλέφτη» έστεκε. Είχαν πείσει τον μέσο Έλληνα ότι, πράγματι, η αστυνομία ενεργεί υπέρ του πολίτη. Είναι το στήριγμα του. Τον υπερασπίζεται σε δύσκολες καταστάσεις.
Κάποτε μαζευτήκαμε όλοι μαζί και αποφασίσαμε ότι η αυτοδικία δεν πρέπει να επικρατήσει, καθώς θα συνεχίζαμε να σφαζόμασταν σαν τα ζώα. Και ότι έπρεπε να επικρατήσει ο νόμος. Και, πως θα γινόταν αυτό χωρίς τα όργανα που θα τον επέβαλαν; Πώς περάσαμε από μια πράγματι «ρομαντική» ιδέα, σε αυτόν τον πόλο έλξης γλόμπων φασιστών; (Εδώ οφείλω να πω ότι έχω γνωρίσει και εξαιρετικά άτομα μέσα στην αστυνομία, οι οποίοι πίστεψαν σε αυτήν την ρομαντική ιδέα και τώρα τα λεφτά είναι πολύ λίγα για να μπορέσουν να αποδράσουν).
Κυριολεκτικά, έχω ακούσει από οικογενειακούς φίλους τις εξής φράσεις: «Ναι ρε σου λέω, αφού μας λένε “Μην γυρίσετε πίσω αν δεν φέρετε είκοσι κλήσεις. Τι να κάνω εγώ;”» Και «Δεν μπορώ να χτυπάω τους διαδηλωτές, δεν μου πάει η καρδιά. Τίποτα κακό δεν κάνουν οι άνθρωποι! Το δίκιο τους προσπαθούν να βρούν! Αλλά είναι μπροστά ο υπαστυνόμος και μας κοιτάει καλά - καλά!»
Όμως, δεν γράφω αυτό το κείμενο για να ξεπλύνω τις δέκα εξαιρέσεις από τον στερεοτυπικό φασίστα που πυροβολεί παιδιά επειδή τα είδε να φορούν κουκούλα! Απλώς καταλαβαίνετε όλοι, πως, πάντοτε στον κανόνα υπάρχει και μια, ή και μισή εξαίρεση. Γράφω αυτό το κείμενο για να σταματήσει ο κόσμος να θεωρεί ότι ο αστυνομικός δεν είναι παρά μια ομάδα πίεσης και καταπίεσης του λαού. Ένας προδότης της τάξης του, ένας προδότης της χώρας του!
Η ρομαντική - όπως προείπα - «copaganda», που θέλει τους γενναίους και αγέρωχους αστυνομικούς να βάζουν την ζωή τους σε κίνδυνο για την ασφάλεια μας, που η Αμερική έχει δώσει δισεκατομμύρια για να δημιουργήσει μια καλή εικόνα για τα σώματα ασφαλείας της και για να κρύψει τόσα χιλιάδες εγκλήματα κατά των μειονοτήτων, των ομοφυλόφιλων, των γυναικών, των φτωχών, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια πολύ καλοστημένη φάρσα. Ένα θέατρο.
Στην πραγματικότητα, λίγο να σκάψεις, θα βρεις εκατομμύρια παραδείγματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με αστυνομικούς που δωροδοκούνται για να κάνουν τα στραβά μάτια ή για να ψευδορκίσουν, που κλέβουν καταστήματα (όπως έγινε προχθές στο κέντρο της Αθήνας), που συνεργάζονται με μαφιόζους και λοιπούς παρακρατικούς μηχανισμούς, που σκοτώνουν ανθρώπους με ρατσιστικά κίνητρα κ.λπ
Η αστυνομία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας μοχλός του κράτους, του παρακράτους και των αφεντικών και πλουσίων. Οι αστυνομικοί είναι οι προδότες της τάξης τους. Καθώς όταν φωνάζουμε στις πορείες κι αυτοί μας πετούν αύρα και δακρυγόνα στο πρόσωπο, όταν μας χτυπούν, όταν μας σκοτώνουν, εμείς φωνάζουμε και για αυτούς.
Γιατί εμείς, σε σύγκριση με αυτούς, δεν ξεχάσαμε που ανήκουμε. Δεν ζούμε με παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις, κι ας έχουμε φάει τόσα χημικά στις διαδηλώσεις! Εμείς πολεμάμε για όλους. Για ένα ομορφότερο, πιο εύκολο αύριο. Εκείνοι πολεμούν τους πάντες, για λογαριασμό των ολίγων. Για ένα χειρότερο, δυσκολότερο και πιο ζοφερό μέλλον.
Κι όσον αφορά τους υποστηρικτές αυτών που τάχα μου είναι εδώ για να μας υπηρετούν αλλά μας σκοτώνουν, ένα έχω να πω. Μην αναρωτιέστε που θα πάμε αν συμβεί κάτι. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν υπάρχει τέτοια επιλογή. Είδαμε και την κοπέλα που ήρθε πριν λίγους μήνες, να ζητήσει βοήθεια, γιατί φοβόταν τον πρώην της. Τελικά, την σκότωσε ακριβώς έξω από το αστυνομικό τμήμα. Ή το άλλο περιστατικό, όπου μια κοπέλα πήρε τηλέφωνο και ζήτησε, επειδή φοβόταν, να στείλουν ένα περιπολικό. Και η απάντηση της (γυναίκα προς γυναίκα… Θα έπρεπε να καταλάβαινε παραπάνω…) κυρίας που σήκωσε το τηλέφωνο: «Δεν είναι ταξί το περιπολικό κυρία μου»!
Για να μην αναφερθώ στις χιλιάδες κοπέλες που έρχονται στο τμήμα κάθε χρόνο για να καταγγείλουν τον βιαστή τους, και γίνονται αντικείμενο χλευασμού από τους αστυνομικούς! Μην ξεχνάμε και την σύνδεση της τρομοκρατικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή» με την αστυνομία. Όταν ο Ρουπακιάς δολοφόνησε τον Παύλο Φύσσα, είπε στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν «Δικός σας είμαι!» Οι αστυνομικοί που έκαναν εμπόριο λευκής σαρκός και ναρκωτικών, οι χιλιάδες αστυνομικοί που πουλούν προστασία σε μπαράκια όλης της ελληνικής επικράτειας κ.ο.κ
Τα παραδείγματα, δυστυχώς, είναι πολλά. Τόσα πολλά που, όσο και να θέλουν οι υποστηρικτές σας να σας ξεπλύνουν, το αίμα δεν φεύγει από τα ρούχα σας!
Η συμπεριλιπτική γλώσσα και η σημαντικότητα της
Παρασκευή 31 Μαΐου 2024
Βιβλιοκριτική #1: «Οι εκατόν είκοσι ημέρες των Σοδόμων», του Μαρκήσιου Ντε Σαντ
Προσωπικά, βρίσκω την χυδαιότητα ένα από τα ομορφότερα χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου. Φυσικά και δεν αναφέρομαι στην πατριαρχική χυδαιότητα. Αλλά στην χυδαιότητα που απορρέει από την ελευθερία του εκάστοτε ανθρώπου. Ή μήπως είναι το αντίθετο;
Για εμένα, κάτι το επαναστατικό δεν μπορεί παρά να είναι και χυδαίο. Και αυτό το βιβλίο, δεν είναι παρά ένα άκρως απελευθερωτικό, επαναστατικό, χυδαίο βιβλίο. Για κάποιους, το «οι εκατόν είκοσι μέρες των σοδόμων» του Μαρκήσιου Ντε Σαντ, αποτελεί ένα έκτρωμα. Το χειρότερο βιβλίο που γράφτηκε ποτέ.
Θα σκεφτόταν κανείς ότι, οι άνθρωποι αυτοί μισούν το παρόν βιβλίο, γιατί δεν το έχουν καταλάβει. Άλλοι θα έλεγαν ότι το σιχαίνονται, διότι οι σεξουαλικές, διαστροφικές περιγραφές του θα έφερναν αναγούλα και στα δυνατότερα στομάχια. Εγώ έχω την εντύπωση ότι, αυτό που τους ενοχλεί περισσότερο, είναι η ελευθεριότητα του βιβλίου. Η χυδαιότητα. Η επανάσταση.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν αντέχουν να βλέπουν τον κόσμο τους να καταστρέφεται. Δεν αντέχουν, λοιπόν, να έρθουν αντιμέτωποι με αυτό το βιβλίο. Βλέπεις, δεν είναι γραμμένο για ανθρώπους που πιστεύουν σε αστικές έννοιες. Ο παπάς μπορεί να είναι ο μεγαλύτερος αμαρτωλός. Ο αστυνομικός μπορεί να είναι ο μεγαλύτερος διακινητής. Ο πολιτικός, ο μεγαλύτερος κλέφτης κι ο δικαστής, ο πιο άδικος.
Οι πολίτες σε αυτή τη χώρα, γινόμαστε καθημερινά αυτόπτεις μάρτυρες σε τέτοιες περιπτώσεις. Θα έπρεπε, λοιπόν, να ήμεθα πιο εξοικειωμένοι με την κατάρρευση της ψευτοηθικής της καθεστηκυίας τάξης. Και, εάν με ρωτήσετε, θα έπρεπε σε αυτό να στοχεύουμε.
Το παρόν βιβλίο δεν παύει να είναι ένα από τα αγαπημένα μου. Και ταυτόχρονα, ένα από τα πιο σοκαριστικά. Θα το παροιμοίαζα μονάχα με το μηχάνημα που σε χτυπάει με ηλεκτρισμό στο στήθος και αναγκάζει την καρδιά σου να βρει πάλι τον παλμό της.
Αξίζει και τον χρόνο σας αλλά και τα σοκ που θα σας έρχονται απανωτά, με κάθε νέα παράγραφο.
Ευχαριστώ τις εκδόσεις Gutenberg για την εμπιστοσύνη.